Άρθρο μου στο thesseconomy.gr
Η 4η βιομηχανική επανάσταση δεν είναι μια απλή θεωρία. Είναι ήδη παντού γύρω μας. Η πανδημία COVID-19 ανέδειξε την ταχύτητα με την οποία μεταβαίνουμε από την 3η βιομηχανική επανάσταση, την ψηφιακή επανάσταση, στην επανάσταση της πληροφορίας και της απόλυτης διασύνδεσης των πάντων: των συσκευών μας και των ζωών μας.
Σε αυτή τη νέα πρωτόγνωρη κατάσταση, θα συμπιεστεί κι άλλο ο ζωτικός χώρος του απλού εργαζόμενου. Όλο και περισσότερες θέσεις εργασίας θα καθίστανται μη απαραίτητες ή θα τις αντικαθιστούν εξελιγμένα προγράμματα και αυτοματοποιημένες μηχανές. Γίνεται, έτσι, σαφές, πως θα πρέπει να βρεθεί διέξοδος για την απασχόληση εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων ανά τον κόσμο. Μία τέτοια διέξοδος είναι η στροφή στη δημιουργία περιεχομένου (εκπαίδευση και διασκέδαση), στην παροχή υπηρεσιών και στην μετεξέλιξη του λιανεμπορίου.
Στον πυρήνα αυτής της μεταστροφής βρίσκεται ένα νέο είδος εργασίας. Ένα νέο είδος πολίτη θα λέγαμε. Ο Ψηφιακός Νομάς. Ένας άνθρωπος, δηλαδή, που θα είναι ανεξάρτητος από τη γεωγραφική του θέση στο να προσφέρει αξία στην οικονομία, πουλώντας, δημιουργώντας, εξυπηρετώντας. Πρόκειται για μια τάση που ξεκίνησε κυρίως από χαμηλά στην επιχειρηματική ιεραρχία στελέχη, τα οποία έβλεπαν πως το «κλασικό 8ωρο» δεν τους άφηνε να αξιοποιήσουν τα ταλέντα τους ή να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Έτσι, πολλοί από τους πρώτους τέτοιους νομάδες που εμφανίστηκαν στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, εκμεταλλεύτηκαν τις δυνατότητες του διαδικτύου και ξεκίνησαν ένα αέναο ταξίδι σε όλο τον κόσμο, στο οποίο συνδύαζαν την εργασία με την «πραγματική» ζωή.
Και ερχόμαστε στο σήμερα και στο εδώ. Στη Θεσσαλονίκη της εποχής της πανδημίας. Πώς θα μπορούσε, αν θα μπορούσε, αυτή η τάση των Ψηφιακών Νομάδων να βοηθήσει την πόλη μας να ανταπεξέλθει στις αντιξοότητες της νέας αυτής εποχής; Θα μπορούσε να παίξει ένα σημαντικό ρόλο, με δύο κυρίως τρόπους. Πρώτον, η πανδημία άρχισε να δημιουργεί μια νέα τάση ανάμεσα στις τάξεις των Ψηφιακών Νομάδων, την ανάγκη για ένα «ασφαλές καταφύγιο». Πολλοί έχουν αφήσει σε κάποια (πολλές φορές ανεπτυγμένη, δυτική) χώρα την οικογένειά τους, σπάνια όμως έχουν περιουσία, με την έννοια του real estate, και, συνήθως, δεν έχουν ιδιαίτερο «δέσιμο» με τις πατρίδες τους. Όμως, καθώς συνειδητοποιούν πως μεγαλώνουν και καθώς γεγονότα όπως η COVID-19 τους προσγειώνουν στην πραγματικότητα, αρχίζουν να σκέφτονται την προοπτική δημιουργίας μιας «βάσης», τόσο φυσικής, όσο και φορολογικής. Η Θεσσαλονίκη, θα μπορούσε να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις εκείνες που θα την καθιστούσαν δέλεαρ για κάτι τέτοιο: βρίσκεται μια ανάσα από κάθε είδους μορφή διασκέδασης και περιπέτειας (παραλίες, χιονοδρομικά, αγροτοτουρισμό και τουρισμό φύσεως), είναι μια σύγχρονη μεγαλούπολη και έχει προοπτικές ανάπτυξης.
Η προσβασιμότητα στο διαδίκτυο, η οποία ήδη είναι σε καλά επίπεδα, η ευελπιστούμε σύντομα (τηρουμένων των αναλογιών) λειτουργία του Μετρό, σε συνδυασμό με άλλες μορφές συγκοινωνίας, η δημιουργία σύγχρονων προτάσεων φιλοξενίας και επένδυσης σε μοντέρνες κατοικίες, οι σύγχρονες παροχές υγείας σε ανταγωνιστικές τιμές (πιθανώς ένα πακέτο βίζας με ιατροφαρμακευτική κάλυψη) και, φυσικά, η συνέχιση των φορολογικών και ψηφιακών μεταρρυθμίσεων, θα μπορούσε να δελεάσει Ψηφιακούς Νομάδες από όλο το κόσμο να σκεφτούν τη Θεσσαλονίκη ως έναν «σταθμό», ένα σίγουρο λιμάνι, στη διαρκή αναζήτησή τους για νέες εμπειρίες.
Ο δεύτερος τρόπος με τον οποίον θα μπορούσε η τάση των Ψηφιακών Νομάδων να βοηθήσει τη Θεσσαλονίκη, έρχεται χάρη στον πρώτο: ανατροφοδότηση των επενδύσεων αιχμής σε ότι αφορά τον εκσυγχρονισμό της πόλης και η δυνατότητα των ίδιων των κατοίκων και εργαζομένων σε αυτήν να υιοθετήσουν ορισμένα στοιχεία των Ψηφιακών Νομάδων, όπως η ευελιξία στην εργασία (προς όφελος εργαζομένων και εργοδοτών), νέες δυνατότητες απασχόλησης, ειδικά σε πιο ανεξάρτητες και δημιουργικές θέσεις εργασίας, νέες συνέργειες σε τοπικό και διεθνές επίπεδο.
Στα χρόνια που ακολουθούν, η παρακολούθηση αυτής της τάσης από τους φορείς, τους πολιτικούς και τους πολίτες της πόλης είναι ιδιάζουσας σημασίας, ένα στοίχημα που προσωπικά πιστεύω, για το μέλλον και την ανάπτυξης της Θεσσαλονίκης.